Ανύπαρκτος οπλισμός και μονίμως κινηματίες αξιωματικοί. Πώς άλλαξε η εικόνα με τον Μεταξά, αλλά και την ικανότητα που έδειξαν οι Έλληνες στρατιώτες.
Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Ελληνικός Στρατός κέρδισε τον παγκόσμιο θαυμασμό. Πέρα από τον ηρωισμό στελεχών και οπλιτών, οι νίκες ήρθαν και χάρη στην εκπαίδευση και την προετοιμασία για τη μεγάλη αναμέτρηση. Και όμως μόλις πέντε χρόνια πριν, ο Ελληνικός Στρατός αποτελούσε έναν κωμικοτραγικό συρφετό! Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η κατάσταση του ηττημένου Ελληνικού Στρατού (ΕΣ) περιήλθε σε δεινή θέση, με μόνη ίσως εξαίρεση τη Στρατιά του Έβρου.
Η Ελλάδα μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάννης τον Ιούλιο του 1923, άρχισε μια αγωνιώδη προσπάθεια για να οργανώσει και να εξοπλίσει τον στρατό. Η προσπάθεια όμως εκφυλίστηκε εξαιτίας των αλλεπάλληλων στρατιωτικών κινημάτων, των θνησιγενών κυβερνήσεων και της ανάμιξης του Στρατού στην πολιτική. Η αποδιοργάνωση ήταν τραγική. Πραγματοποιήθηκαν μόνο περιορισμένες προμήθειες οπλισμού. Χαρακτηριστική απόδειξη της οικτρής κατάστασης αποτελεί το υπ’ αριθμό 122 πρακτικό του Ανωτάτου Στρατιωτικού Συμβουλίου της 14ης Δεκεμβρίου 1932.
Σε αυτό, αφού αναφέρονται οι διάφορες ελλείψεις στο στράτευμα και οι παραλήψεις των κυβερνήσεων, διατυπώνεται το συμπέρασμα: «Εξ’ όλων των ανωτέρω, προκύπτει ότι η κατάσταση της χώρας είναι αυτόχρημα τραγική». Το βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 επιβεβαίωσε πλήρως το συμπέρασμα. Το σχέδιο των κινηματιών βασιζόταν στην κατάληψη του στόλου και με τη βοήθειά του, στην εξέγερση των φρουρών της βορείου Ελλάδας και των νησιών, που θα εξανάγκαζαν την κυβέρνηση να συνθηκολογήσει. Σε πρώτη φάση οι κινηματίες σημείωσαν αρκετές επιτυχίες. Τα πλοία του στόλου κατελήφθησαν. Το Δ΄ Σώμα Στρατού (Δ΄ΣΣ), η Μεραρχία Σερρών, καθώς επίσης και εκείνη της Κομοτηνής πέρασαν στο πλευρό τους. Το ίδιο συνέβη στην Κρήτη και σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου. Οι κινηματίες απείλησαν με βομβαρδισμό το Φάληρο και την Αθήνα, με επίθεση στη Θεσσαλονίκη και απόβαση στις ακτές του Σαρωνικού. Τις κρίσιμες εκείνες στιγμές στο κυβερνητικό στρατόπεδο επικρατούσε σύγχυση για να μην πούμε παράλυση.
Ο πρωθυπουργός Π. Τσαλδάρης δήλωσε ασθενής!
Ο υπουργός Στρατιωτικών Κονδύλης έκανε την εμφάνισή του, αφού πληροφορήθηκε ότι η φρουρά της Θεσσαλονίκης δεν κινήθηκε εναντίον της κυβέρνησης.
Ο υπουργός Ναυτικών Χατζηκυριάκος παραιτήθηκε μόλις κατανόησε εμβρόντητος ότι οι κινηματίες του είχαν αρπάξει τον στόλο.
Ο λόγος που η κυβέρνηση δεν κατέθεσε τα όπλα ήταν η καταλυτική παρέμβαση του Μεταξά. Κατέστειλε το κίνημα αναγκάζοντας τον Βενιζέλο να καταφύγει στα Δωδεκάνησα και από εκεί στην Ιταλία. Τα πλοία αφέθηκαν ακυβέρνητα στην ιταλοκρατούμενη περιοχή! Τελικά κατώτεροι αξιωματικοί και υπαξιωματικοί ανέλαβαν να τα φέρουν πίσω στο ναύσταθμο. Το κίνημα αποκάλυψε όλες τις στρατιωτικές αδυναμίες της χώρας. Η Ελλάδα ήταν ουσιαστικά άοπλη και ανυπεράσπιστη.
Ο Στρατός διοικούνταν από αξιωματικούς που είχαν μονίμως το νου τους στα κινήματα, στην εξουσία και την πολιτική.
Το κωμικό είναι ότι η πλειοψηφία των αξιωματικών, ούτε τα κινήματα μπορούσαν να οργανώσουν. Οι στρατιώτες είχαν λησμονήσει την έννοια της λέξης «πειθαρχία», εφόσον ήταν απαραίτητοι στους αξιωματικούς για την επιτυχία των κινημάτων! Ο οπλισμός ήταν ανεπαρκής και κακής ποιότητας, οι υπηρεσίες εφοδιασμού και ιατρικής περίθαλψης ανύπαρκτες. Η Αεροπορία, αυτό το νέο και πανάκριβο όπλο, ήταν σε εμβρυακή κατάσταση. Χαρακτηριστικό είναι ότι η κυβέρνηση δανείστηκε ένα βομβαρδιστικό αεροπλάνο από τη Γιουγκοσλαβία προκειμένου να συνδράμει τις επιχειρήσεις εναντίον των κινηματιών! Το Ναυτικό, στερούμενο από σύγχρονο υλικό, είχε ακινητοποιηθεί επειδή έχασε πολλούς από τους καλύτερους αξιωματικούς και σχεδόν όλους τους έφεδρους μετά την εκκαθάριση που ακολούθησε το βενιζελικό κίνημα.
Το κωμικό είναι ότι η πλειοψηφία των αξιωματικών, ούτε τα κινήματα μπορούσαν να οργανώσουν. Οι στρατιώτες είχαν λησμονήσει την έννοια της λέξης «πειθαρχία», εφόσον ήταν απαραίτητοι στους αξιωματικούς για την επιτυχία των κινημάτων! Ο οπλισμός ήταν ανεπαρκής και κακής ποιότητας, οι υπηρεσίες εφοδιασμού και ιατρικής περίθαλψης ανύπαρκτες. Η Αεροπορία, αυτό το νέο και πανάκριβο όπλο, ήταν σε εμβρυακή κατάσταση. Χαρακτηριστικό είναι ότι η κυβέρνηση δανείστηκε ένα βομβαρδιστικό αεροπλάνο από τη Γιουγκοσλαβία προκειμένου να συνδράμει τις επιχειρήσεις εναντίον των κινηματιών! Το Ναυτικό, στερούμενο από σύγχρονο υλικό, είχε ακινητοποιηθεί επειδή έχασε πολλούς από τους καλύτερους αξιωματικούς και σχεδόν όλους τους έφεδρους μετά την εκκαθάριση που ακολούθησε το βενιζελικό κίνημα.
Οι αποθήκες επιστράτευσης ήταν άδειες
Όταν το 1ο Σύνταγμα Πεζικού στάλθηκε στον Στρυμόνα για την καταστολή του κινήματος, διατάχθηκε η επίταξη κουβερτών από τα εργοστάσια της Αθήνας προκειμένου να χορηγηθούν στους εκστρατεύοντες στρατιώτες. Επειδή όμως οι κουβέρτες δεν ήταν αρκετές, διατάχθηκε η αγορά από εμπορικά καταστήματα της πρωτεύουσας! Από τα παραπάνω προκύπτει ότι ο Ελληνικός Στρατός (ΕΣ) ήταν ασήμαντος σαν μαχητική δύναμη. Όταν οι αρχηγοί των τριών Επιτελείων, ερωτήθηκαν λίγους μήνες αργότερα από την κυβέρνηση, μετά από διάβημα των Βρετανών, σχετικά με την στρατιωτική κατάσταση της Ελλάδας σε περίπτωση Αγγλο-ιταλικού πολέμου, παραδέχθηκαν ότι: «Η Ελλάδα ασφαλώς δεν είναι υπολογίσιμος ούτε από τους φίλους ούτε από τους εχθρούς». Τέσσερα μόλις χρόνια αργότερα ο ΕΣ θα κέρδιζε τον θαυμασμό των φίλων και τον σεβασμό των εχθρών.
Ο Αλέξανδρος Παπάγος στο βιβλίο του «Ο Ελληνικός Στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του», αποκαλύπτει μια εικόνα κωμικοτραγική για τον ΕΣ στα μέσα της δεκαετίας του ΄30. Η ανομοιογένεια των υλικών ήταν τρομακτική. Τα περισσότερα απ’ αυτά ήταν περισσεύματα ή λάφυρα από τη Μικρασιατική Εκστρατεία και έχρηζαν άμεσων επισκευών, ενώ δεν υπήρχε η δυνατότητα παραγγελίας νέων από το εξωτερικό. Οι περισσότερες αποθήκες ήταν μέχρι το 1934-35 εντελώς άδειες, ενώ στις υπόλοιπες παρουσιαζόταν σοβαρότατη έλλειψη υλικών. Μηχανοκίνητα μέσα υπήρχαν πολύ λίγα, τα περισσότερα απ’ αυτά ακινητοποιημένα από την αχρηστία και χωρίς ανταλλακτικά. Στα ημιονικά σώματα υπήρχε μόνο η μισή δύναμη από την προβλεπόμενη σε μουλάρια και άλογα και με απούσα την κτηνιατρική υπηρεσία. Αποθέματα τροφών και καυσίμων δεν υπήρχαν.
Ο στρατωνισμός γινόταν συχνά είτε στους ελάχιστους στρατώνες, είτε σε επιταγμένες αποθήκες και παρόμοια κτίσματα, καθώς και σε αντίσκηνα εκστρατείας. Καταβάλλονταν προσπάθειες ώστε να επισκευαστούν παλαιά υλικά ή και να αγοραστούν καινούργια, αυτές όμως δεν είχαν τα επιθυμητά αποτελέσματα, επειδή η συνεχής εμπλοκή του ΕΣ στα πραξικοπήματα εξασθένιζε τις δυνατότητές του για ανεφοδιασμό. Μόνο επί δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου το 1926 παραγγέλθησαν σημαντικές ποσότητες πολεμικού υλικού. Ουσιαστικά, οι παραγγελίες που έγιναν από το 1927 ως το 1935 αφορούσαν μικρές ποσότητες υλικών και συνήθως όχι ανταλλακτικά.
Προβλήματα παρουσιάζονταν και σε άλλους τομείς άμεσα συνδεδεμένους με τον Στρατό. Το σιδηροδρομικό δίκτυο για παράδειγμα βρισκόταν σε ημιτελή κατάσταση, με συνέπεια να μην είναι σε θέση να αναλάβει την γρήγορη προώθηση στρατιωτικών μονάδων και εφοδίων στα σύνορα. Ο εκσυγχρονισμός ανατέθηκε σε βελγική εταιρεία, η οποία σε συνεργασία με τις ελληνικές σιδηροδρομικές υπηρεσίες βελτίωσε την κατάσταση. Η κατάσταση στα λιμάνια βελτιώθηκε επίσης. Λάθη έγιναν στην ανέγερση στρατιωτικών κτιρίων, στα οποία δόθηκε μια ανούσια έμφαση στην εξωτερική εμφάνιση, όταν την ίδια στιγμή αρκετοί από τους στρατώνες δεν είχαν αποθήκες.
Έτσι, υλικό πολλών εκατομμυρίων καταστρεφόταν εκτεθειμένο στην ύπαιθρο. Επιπλέον, η χωροταξική τοποθέτηση διαφόρων κτιρίων ήταν ακατάλληλη και τα καθιστούσε εύκολους στόχους σε περίπτωση αεροπορικής επιδρομής, καθώς ήταν συνήθως κτισμένα όλα μαζί ανά περιοχή. Τα Ανώτατα Στρατιωτικά Συμβούλια τα οποία συνήλθαν κατά περιόδους μέχρι και το 1935 και τελούσαν υπό την εποπτεία του αντιστράτηγου Αλέξανδρου Παπάγου, περιέγραψαν στα ανώτερα πολιτικά κλιμάκια με ακρίβεια τη ζοφερή κατάσταση στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Με αυτό τον τρόπο πέτυχαν την αφύπνιση των κυβερνώντων.
Οι κυβερνήσεις του 1935 και κυρίως η δικτατορία του Μεταξά, που ήταν στρατιωτικός, εξόπλισαν και εκπαίδευσαν τον Έλληνα στρατιώτη επαρκώς, παρά τα πενιχρά οικονομικά του κράτους και τη δύσκολη διεθνή συγκυρία. Συγχρόνως, ο Έλληνας στρατιώτης έδειξε προσαρμοστικότητα και αξιοποίησε απόλυτα τα όποια μέσα διέθετε. Οι σκέψεις του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού εκείνης της περιόδου, υποναυάρχου Αλέξανδρου Σακελαρίου είναι αποκαλυπτικές: «Εάν εξαιρέσω την Αεροπορίαν μας (ατροφικό παιδί γεννημένο από κακόσχημους γονείς και μεγαλωμένο από αμαθείς κηδεμόνας), η οποία ήτο ανίκανη να τρέξη εις τον ανώμαλο δρόμο των πιστώσεων, του ανεφοδιασμού κ.λ.π., οφείλω να δηλώσω, ενώπιον Θεού και ανθρώπων ότι-κατά την γνώμιν μου-ουδέποτε άλλοτε οι Ένοπλες Δυνάμεις της Χώρας μας είχαν τύχη παρόμοιας επιμέλειας υπό του Κράτους, όσον κατά την περίοδον 1935-1940…».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου