Ο αξεπέραστος Έλληνας ηθοποιός Δημήτρης Χορν, ήταν ένας μοναδικός συνδυασμός ταλέντου, λάμψης, γοητείας, ποιότητας και φινέτσας. Πληθωρικός σαν άνθρωπος, με αυτοσαρκαστικό χιούμορ και ιδιαίτερη παιδεία, προχώρησε την υποκριτική τέχνη πέρα από τα τότε όρια της, μέσα από ρόλους που τον διαπερνούσαν. Το ιδιαίτερα προσωπικό και ασυμβίβαστο στυλ του σφράγισε το ελληνικό θέατρο, αλλά και τον ελληνικό κινηματογράφο, μέσα από μια καλλιτεχνική πορεία πολλών χρόνων.
Γεννήθηκε στην Αθήνα και πατέρας του ήταν ο γνωστός στρατιωτικός και θεατρικός συγγραφέας, Παντελής Χορν. Σπούδασε στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου, αλλά την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο την είχε κάνει στα 14 του, στο θέατρο Παρκ, με τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη. Όταν αποφοίτησε από τη σχολή πρωτόπαιξε στην οπερέτα του Στράους «Η Νυχτερίδα» και συνέχισε να παίζει στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη σε πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Το 1943 και για ένα χρόνο συμμετείχε στο θίασο Κατερίνας. Το 1944 συγκρότησε δικό του θίασο με τη Μαίρη Αρώνη και αργότερα και με τη Βάσω Μανωλίδου. Ο θίασος μάλιστα αυτών των τριών σπουδαίων ηθοποιών, ήταν ο πρώτος μετά τα Δεκεμβριανά που περιόδευσε στην Ελλάδα με μεγάλη επιτυχία. Στη συνέχεια, συνεργάστηκε το 1945 με το θίασο Μελίνας Μερκούρη και Νίκου Χατζίσκου, αλλά το 1946 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο για να μείνει ως και το 1950. Το 1951 έφυγε για την Αμερική και την Αγγλία, όπου ως το 1953 παρακολούθησε την εξέλιξη του θεάτρου. Με την επιστροφή του, συγκρότησαν με την Έλλη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά δικό τους θίασο, ο οποίος έδωσε εξαιρετικές παραστάσεις, και χαρακτηρίστηκε σαν ο «θίασος των άστρων». Μετά την αποχώρηση του Γιώργου Παππά από τον θίασο – λόγω της σοβαρής ασθένειάς του – έγινε ο θίασος Λαμπέτη-Χορν. Από τότε και ως το 1959, οι παραστάσεις που έδωσαν οι δύο αυτοί μεγάλοι ηθοποιοί άφησαν εποχή, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και στις περιοδείες του στην Αίγυπτο, την Κωνσταντινούπολη, την Κύπρο. Μετά το χωρισμό του με την Έλλη Λαμπέτη, συγκρότησε το 1960 δικό του θίασο, που τον κράτησε ως το 1981, με ένα μικρό διάλειμμα (1964-65), κατά το οποίο συνεργάστηκε με το Εθνικό. Στη θεατρική του πορεία σφράγισε με την προσωπική τέχνη του, έργα του Σαίξπηρ, όπως: «Δωδεκάτη Νύκτα», «Ριχάρδος Β'», «Ριχάρδος Γ'», «Άμλετ», «Τίμων ο Αθηναίος», αλλά και πολλές άλλες παραστάσεις, όπως το «Ημερολόγιο ενός Τρελού» (Γκόγκολ), «Ιβάνωφ» (Τσέχωφ), «Ερρίκος Δ'» (Πιραντέλο), «Οδός Ονείρων» (Μάνος Χατζηδάκις), «Ο Ανθρωπάκος» (Δημήτρης Χορν), «Το Αβγό» (Φελισιέν Μαρσώ), «Σλουθ» (Άντονι Σάφφερ), κ.α. Τελευταίο έργο που έπαιξε με τον θίασο του ήταν ο «Αρχιμάστορας Σόλνες» (Ίψεν) το 1983, ενώ το 1992 παρουσίασε στο Μέγαρο Μουσικής τη μουσική παράσταση «Ο Πέτρος και ο Λύκος».
Στον κινηματογράφο, αν και έπαιξε σε δέκα μόνο κινηματογραφικές ταινίες, οι ρόλοι του αποτέλεσαν σταθμό στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Πρώτη του ταινία ήταν τα «Χειροκροτήματα» του Γιώργου Τζαβέλλα (Νόβακ Φιλμ, 1944) και αμέσως μετά η πρώτη ταινία της Φίνος Φιλμ «Η Φωνή της Καρδιάς» (1944) του Δημήτρη Ιωαννόπουλου. Αργότερα συμμετείχε και σε δύο ακόμα ταινίες του Φίνου, με ρόλους που καθόρισαν το αποτέλεσμα, όπως οι δύο ταινίες του Γιώργου Τζαβέλλα, «Ο Μεθύστακας» (1950) και «Μια Ζωή την Έχουμε» (1958). Η ταινία του Δημήτρη Ιωαννόπουλου «Μια του Κλέφτη» (1960) συμμετείχε στο πρώτο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, και για την αριστουργηματική ερμηνεία του, κέρδισε το βραβείο Α΄ ανδρικού ρόλου. Σημαντικοί ήταν και οι ρόλοι του σε δύο ταινίες του Μιχάλη Κακογιάννη, «Κυριακάτικο Ξύπνημα» (1954), και το «Κορίτσι με τα Μαύρα» (1956), αλλά και στην εξαιρετική ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Αλίμονο στους Νέους» (1961). Στο ντοκυμαντέρ «Η Αθήνα τη Νύχτα», τραγούδησε το «Οι Θαλασσιές οι Χάντρες» που έγινε μεγάλη επιτυχία. Εκτός από τις μαγνητοφωνήσεις δεκάδων θεατρικών έργων που παίχτηκαν στο ραδιόφωνο, εποχή άφησε επίσης η ραδιοφωνική εκπομπή του με τίτλο «Ο Ταχυδρόμος Έφτασε», ένα εβδομαδιαίο πεντάλεπτο που έγραφε ο Κώστας Πρετεντέρης. Εξαιρετική ήταν και η απόδοση του σε κάποια τραγούδια, με πρώτο το «Ηθοποιός σημαίνει Φως», ένα τραγούδι στο οποίο έδωσε ψυχή και τον εξέφραζε απολύτως.
Την περίοδο 1974-1975 διετέλεσε Γενικός Διευθυντής της ΕΡΤ. Το 1980 ίδρυσαν μαζί με τη σύζυγο του, Άννα Γουλανδρή, το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, σκοπός του οποίου είναι η μελέτη του ελληνικού πολιτισμού. Από την ελληνική πολιτεία τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α΄. Μετά το θάνατό του, καθιερώθηκε στη μνήμη του το Βραβείο «Δημήτρης Χορν», δηλαδή η παράδοση του σταυρού που φορούσε ο Δημήτρης Χορν, στον καλύτερο νέο άνδρα ηθοποιό του θεάτρου, ο οποίος με τη σειρά του τον παραδίδει στον βραβευθέντα του επόμενου χρόνου.
Ο Δημήτρης Χορν είναι ένας μύθος της υποκριτικής τέχνης, που παραμένει αλώβητος και στις μετέπειτα γενιές.
To 365days-2blog υποκλίνεται στο μεγάλο ηθοποιό και σας παρουσιάζει την ταινία διαμάντι του Ελληνικού Κινηματογράφου "Αλίμονο στους Νέους".
Πηγή: Finosfilm.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου