Αριστούχος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, όπου διδάχτηκε το θέατρο από σπουδαίους δασκάλους, η Καίτη Παπανίκα ξεχώρισε στο θέατρο και τον κινηματόγραφο. «Η αρχόντισσα του λιμανιού», «η αριστοκράτισσα και ο αλήτης» και «Η Ιταλίδα από την Κυψέλη» είναι μόνο μερικές από τις ταινίες που συμμετείχε.
Γεννήθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια το 1942, ενώ στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1964 στο έργο «Υπόγειο της Λέλας» του Β. Ιμπροχώρη. Η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία «Μας κρύβουν τον ήλιο» σε σκηνοθεσία του Θάνου Σαντά το 1963, η οποία ήταν επεισοδιακή.
Όπως η ίδια αναφέρει στην «Μηχανή του Χρόνου», στη πρώτη ταινία στην οποία συμμετείχε ήταν μόλις 16 ετών, πριν ακόμα ξεκινήσει στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Τα γυρίσματα της ταινίας γίνονταν στο ορεινό χωριό Παύλιανη του νομού Φθιώτιδας, όπου είχε πάει μαζί με τη μητέρα της, επειδή ήταν ανήλικη.
Η πλοκή της ιστορίας εκτυλισσόταν στην εποχή του πολέμου το ’40.
Στον πόλεμο έχασε την κινηματογραφική της μητέρα και όπως ήταν το έθιμο, οι νεκροί έμεναν μια μέρα στο σπίτι για να τους κλάψουν, οι συγγενείς και οι φίλοι.
Η πλοκή της ιστορίας εκτυλισσόταν στην εποχή του πολέμου το ’40.
Στον πόλεμο έχασε την κινηματογραφική της μητέρα και όπως ήταν το έθιμο, οι νεκροί έμεναν μια μέρα στο σπίτι για να τους κλάψουν, οι συγγενείς και οι φίλοι.
Τη σκηνή αυτή τη γύρισαν στο δεύτερο όροφο ενός σπιτιού, όπου στη μέση ήταν το φέρετρο με την υποτιθέμενη νεκρή μητέρα της. Γύρω από αυτό οι συγγενείς και εκείνη και έκλαιγαν. Πίσω από τις κάμερες βρισκόταν η πραγματική της μητέρα και άλλος κόσμος και παρακολουθούσαν το γύρισμα. Κάποια στιγμή το έδαφος υποχώρησε και η Καίτη Παπανίκα εξαφανίστηκε.
Όπως περιγράφει η ίδια, είχε πάντα μια προστατευτική διάθεση προς τη μητέρα της και από μικρή είχε περισσότερο τον ρόλο της μάνας πάρα της κόρης. Και καθώς έπεφτε για να ειδοποιήσει κατά κάποιο τρόπο την μητέρα της ότι ήταν καλά και να την ακούσει τραγουδούσε πέφτοντας, «Πε πι το μι κορασόν, κορασόν…». Η μητέρα της άρχισε να ουρλιάζει, ο κόσμος αναστατώθηκε , η «νεκρή» σηκώθηκε από το φέρετρο να δει τι είχε συμβεί.
Πράγματι το σημείο όπου καθόταν η Καίτη Παπανίκα για το γύρισμα της σκηνής ήταν μια καταπακτή που ένωνε με εσωτερική σκάλα τον όροφο με τις αποθήκες του σπιτιού.
Οπότε με το βάρος υποχώρησε το δάπεδο στο συγκεκριμένο σημείο και η ηθοποιός έπεσε στην αποθήκη, όπου επικρατούσε το απόλυτο σκοτάδι.
Οπότε με το βάρος υποχώρησε το δάπεδο στο συγκεκριμένο σημείο και η ηθοποιός έπεσε στην αποθήκη, όπου επικρατούσε το απόλυτο σκοτάδι.
Για καλή της τύχη, έπεσε πάνω σε σακιά με αλεύρι και δεν χτύπησε, πάρα μόνο απέκτησε κάποιες γρατζουνιές και γδαρσίματα.
Μετά την πτώση έτρεξαν όλοι κάτω με αγωνία για να τη σώσουν.
Όταν άνοιξαν την πόρτα και εκείνη βγήκε έξω κάτασπρη από το αλεύρι, σαν το φάντασμα, όλοι ξέσπασαν σε γέλια.
Εκείνη απόρησε γιατί δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν κάτασπρη από το αλεύρι.
Μετά από λίγη ώρα και αφού ξεπέρασε τον φόβο και το σοκ της πτώσης, επανήλθε στο γύρισμα.
Το φέρετρο μετατοπίστηκε, η νεκρή αναπαύθηκε ξανά εν ειρήνη και ο σκηνοθέτης έδωσε την εντολή: «τρία,δύο, ένα…γυρίζουμε»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου