Γ. Καλλινίκου «Επιάσαν με εμένα κι άλλες κορούδες και μας πήραν στα χωράφια θεοσκότεινα.
Έφευγε ο ένας κι ερχόταν ο άλλος κι εγώ να αιμορραγώ, να παρακαλώ το Θεό να με βοηθήσει, να φωνάζω, ένα μωρό 14 χρόνων».
Σαρανταένα χρόνια μετά η Μαρία καλείται να αντικρίσει ξανά μπροστά της τον εφιάλτη.
Τον χειρότερο που μπορεί να ζήσει ένα κοριτσάκι στην αγνή ηλικία των 14 χρόνων.
«Έκαναν το κέφι τους και μας έπαιρναν πίσω .
Άκουγα τις γυναίκες που σκέφτονταν να αφήσουν το γκάζι της κουζίνας ανοικτό για να αυτοκτονήσουμε, να γλυτώσουμε από αυτό το μαρτύριο».
Έτσι ξεκίνησε η εφηβεία κάποιων γυναικών.
Προσβλέποντας στην αυτοκτονία.
Ήταν ό,τι περισσότερο έκριναν εκείνη την περίοδο ότι άξιζε γι’ αυτές.
Τα υπόλοιπα ήταν φρίκη.
Ένας ζωντανός εφιάλτης με το προσωπείο του Αττίλα. Μπορεί άραγε η Μαρία ή οποιοδήποτε άλλο κοριτσάκι να ξέχασε έστω και για μια στιγμή σε αυτά τα 41 χρόνια, εκείνο το μαρτύριο; Να μην περιστρέφεται ξανά και ξανά ο ίδιος εφιάλτης στο μυαλό τους;
«Κάθε νύκτα τα ίδια πράγματα.
Κρυβόμαστε στο πατάρι του σπιτιού, αλλά μας έβρισκαν και μας τραβούσαν από τα μαλλιά.
Συνέχισε αυτή η φρίκη μέχρι δυο-τρεις μήνες».
Όχι δυο-τρεις νύκτες, αλλά δυο-τρεις μήνες!
Σήμερα, 41 χρόνια μετά, η Πολιτεία τις θυμήθηκε.
Αποφάσισε να τις βοηθήσει…
«Μας βάλανε σε αίθουσα του σχολείου στη… μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια.
Εκεί έμπαιναν όποτε ήθελαν, διάλεγαν και μας πήγαιναν για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες…».
Έτσι άρχισε και η εφηβεία της Άννας.
Ο ίδιος ακριβώς εφιάλτης με αυτόν της Μαρίας.
Ο ίδιος τρόμος, η ίδια απόγνωση, το ίδιο μαρτύριο.
«Ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα πράγματα, μας έστελνε τότε και χάπια σε περίπτωση εγκυμοσύνης…
Ένιωθα φόβο, μεγάλο φόβο, όπως και τώρα φοβάμαι…».
Τι ειρωνεία. Ήξεραν ότι ανήλικα κορίτσια, που ήταν εγκλωβισμένα, ήταν έρμαιο στα χέρια απάνθρωπων βιαστών.
Δεν μπορούσαν, όμως, να κάνουν οτιδήποτε.
Δεν μπορούσαν να απαιτήσουν από τους ισχυρούς της γης να πάρουν τα ανήλικα από τα χέρια του σατανά.
Φρόντιζαν μόνο να μην διαιωνισθεί ο εφιάλτης.
Κάτι ήταν κι αυτό υπό τις συνθήκες… «Όταν θυμάμαι τι γινόταν με τους συγγενείς, νιώθω θυμό.
Έλεγαν της μάνας μου, «να την πάρεις και να φύγεις από τη χώρα, γιατί έτσι που είναι τώρα δεν την θέλει κανένας».
Ήμουν η ντροπή της οικογένειας μετά το βιασμό.
Έτσι μας έχουν κάνει κι έτσι έχουμε παραμείνει, ντροπή της οικογένειας».
Είναι δυνατό να υπάρχουν άνθρωποι που μεταχειρίστηκαν με τόσο απάνθρωπο τρόπο ένα κοριτσάκι, που του έλαχε η μοίρα να βιώσει το χειρότερο εφιάλτη;
Να ζήσει το μεγαλύτερο μαρτύριο;
Από τους βάρβαρους τι να περιμένεις;
Από τους δικούς σου, όμως, από τους οποίους προσδοκάς ανθρωπιά, κατανόηση, αγάπη, αλληλεγγύη, στήριξη…
«Είμαι 55 χρόνων και το βιασμό δεν τον έχω ξεχάσει ποτέ μου», καταλήγει η Άννα στην εξομολόγηση του δράματος της στο ΚΥΠΕ.
Σοκ προκαλεί το ξύπνημα αυτού του τρομακτικού εφιάλτη μετά από 41 χρόνια.
Ακόμη και για όσους βίωσαν τη φρίκη του πολέμου.
Τι τραγικό για ένα ολόκληρο κράτος.
Μια ολόκληρη Πολιτεία.
Μια ολόκληρη κοινωνία.
Είχαμε θάψει αυτή τη φρίκη στη σκοτεινότερη γωνιά του μυαλού μας.
Κλειδώσαμε εκεί το δράμα.
Το αμπαρώσαμε κιόλας, μπας και επιχειρήσει να διαφύγει και εμφανισθεί κάποια στιγμή μπροστά μας.
Τρέμαμε αυτή την ιδέα. Βλέπετε, θα ήταν χειρότερο από τέρας για εμάς.
Οι ενοχές και οι τύψεις θα περιστρέφονταν τόσο εκδικητικά γύρω μας, που θα μας βασάνιζαν.
Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι δεν τόλμησαν ποτέ να καταγγείλουν και να πολεμήσουν αυτό το έγκλημα στα αρμόδια διεθνή σώματα.
Δεν πάλεψαν ποτέ για καταδίκη των βαρβάρων.
Θα ήταν μια έστω ηθική δικαίωση αυτών των κοριτσιών, που καταδικάστηκαν να κουβαλούν για το υπόλοιπο της ζωής τους μια ντροπή που δεν τους ανήκει.
Οι ίδιοι καθ’ ύλην αρμόδιοι διαχρονικά στην ηγεσία Κράτους και Πολιτείας, δεν τόλμησαν ποτέ να αγγίξουν το θέμα ούτε και για να προσφέρουν κάποιας μορφής στήριξη στα αθώα αυτά θύματα, τόσα χρόνια.
Στα πρώτα χρόνια όταν σίγουρα βρίσκονταν σε πιο άθλια κατάσταση απ’ ότι σήμερα.
Σήμερα, 41 χρόνια μετά, τις καλούν να τις βοηθήσουν.
Οικονομικά.
Ακούς Μαρία, ακούς Άννα;
Θα σας δώσουν βοήθεια.
Μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες ευρώ το χρόνο.
Για να ξεχάσετε τον εφιάλτη.
Ποια είναι άραγε η ταρίφα κάθε βιασμού;
Η Πολιτεία έχει χρέος, άκουγα κάποια πολιτικό να λέει, να επουλώσει, όσο είναι δυνατό, αυτές τις πληγές.
Υπάρχει, όμως, οποιαδήποτε οικονομική βοήθεια, που μπορεί να επουλώσει τέτοιες πληγές;
Μπορεί το χρήμα να κλείσει το διαμπερές αυτό τραύμα από κάποια ψυχή;
Ποτέ!
Αυτές οι πληγές παραμένουν εσαεί αιμάσσουσες, βαθειά στην ψυχή τους.
Ίσως να ήταν καλύτερα, αφού 41 χρόνια κρατούσαμε θαμμένο το έγκλημα και την φρίκη, να το αφήναμε εκεί.
Δεν θα υποβάλαμε τα τραγικότερα των θυμάτων της εισβολής σε νέο μαρτύριο, ώστε να δουν τον εφιάλτη να ξαναζωντανεύει.
Όσο αθώα και αν είναι η πρόθεση των κυβερνώντων…
Το μόνο που οφείλουμε όλοι ανεξαιρέτως να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε κατάματα τις τύψεις μας.
Να παραδεχθούμε πόσο αργήσαμε –πολιτικοί, οργανισμοί, δημοσιογράφοι, ΜΜΕ- να ενδιαφερθούμε για αυτές τις γυναίκες.
Και να υποκλιθούμε, ζητώντας τους ένα τεράστιο ΣΥΓΓΝΩΜΗ!!!
Συγγνώμη Μαρία, συγγνώμη Άννα…
Φιλελεύθερος
philenews.com
Έφευγε ο ένας κι ερχόταν ο άλλος κι εγώ να αιμορραγώ, να παρακαλώ το Θεό να με βοηθήσει, να φωνάζω, ένα μωρό 14 χρόνων».
Σαρανταένα χρόνια μετά η Μαρία καλείται να αντικρίσει ξανά μπροστά της τον εφιάλτη.
Τον χειρότερο που μπορεί να ζήσει ένα κοριτσάκι στην αγνή ηλικία των 14 χρόνων.
«Έκαναν το κέφι τους και μας έπαιρναν πίσω .
Άκουγα τις γυναίκες που σκέφτονταν να αφήσουν το γκάζι της κουζίνας ανοικτό για να αυτοκτονήσουμε, να γλυτώσουμε από αυτό το μαρτύριο».
Έτσι ξεκίνησε η εφηβεία κάποιων γυναικών.
Προσβλέποντας στην αυτοκτονία.
Ήταν ό,τι περισσότερο έκριναν εκείνη την περίοδο ότι άξιζε γι’ αυτές.
Τα υπόλοιπα ήταν φρίκη.
Ένας ζωντανός εφιάλτης με το προσωπείο του Αττίλα. Μπορεί άραγε η Μαρία ή οποιοδήποτε άλλο κοριτσάκι να ξέχασε έστω και για μια στιγμή σε αυτά τα 41 χρόνια, εκείνο το μαρτύριο; Να μην περιστρέφεται ξανά και ξανά ο ίδιος εφιάλτης στο μυαλό τους;
«Κάθε νύκτα τα ίδια πράγματα.
Κρυβόμαστε στο πατάρι του σπιτιού, αλλά μας έβρισκαν και μας τραβούσαν από τα μαλλιά.
Συνέχισε αυτή η φρίκη μέχρι δυο-τρεις μήνες».
Όχι δυο-τρεις νύκτες, αλλά δυο-τρεις μήνες!
Σήμερα, 41 χρόνια μετά, η Πολιτεία τις θυμήθηκε.
Αποφάσισε να τις βοηθήσει…
«Μας βάλανε σε αίθουσα του σχολείου στη… μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια.
Εκεί έμπαιναν όποτε ήθελαν, διάλεγαν και μας πήγαιναν για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους επιθυμίες…».
Έτσι άρχισε και η εφηβεία της Άννας.
Ο ίδιος ακριβώς εφιάλτης με αυτόν της Μαρίας.
Ο ίδιος τρόμος, η ίδια απόγνωση, το ίδιο μαρτύριο.
«Ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα πράγματα, μας έστελνε τότε και χάπια σε περίπτωση εγκυμοσύνης…
Ένιωθα φόβο, μεγάλο φόβο, όπως και τώρα φοβάμαι…».
Τι ειρωνεία. Ήξεραν ότι ανήλικα κορίτσια, που ήταν εγκλωβισμένα, ήταν έρμαιο στα χέρια απάνθρωπων βιαστών.
Δεν μπορούσαν, όμως, να κάνουν οτιδήποτε.
Δεν μπορούσαν να απαιτήσουν από τους ισχυρούς της γης να πάρουν τα ανήλικα από τα χέρια του σατανά.
Φρόντιζαν μόνο να μην διαιωνισθεί ο εφιάλτης.
Κάτι ήταν κι αυτό υπό τις συνθήκες… «Όταν θυμάμαι τι γινόταν με τους συγγενείς, νιώθω θυμό.
Έλεγαν της μάνας μου, «να την πάρεις και να φύγεις από τη χώρα, γιατί έτσι που είναι τώρα δεν την θέλει κανένας».
Ήμουν η ντροπή της οικογένειας μετά το βιασμό.
Έτσι μας έχουν κάνει κι έτσι έχουμε παραμείνει, ντροπή της οικογένειας».
Είναι δυνατό να υπάρχουν άνθρωποι που μεταχειρίστηκαν με τόσο απάνθρωπο τρόπο ένα κοριτσάκι, που του έλαχε η μοίρα να βιώσει το χειρότερο εφιάλτη;
Να ζήσει το μεγαλύτερο μαρτύριο;
Από τους βάρβαρους τι να περιμένεις;
Από τους δικούς σου, όμως, από τους οποίους προσδοκάς ανθρωπιά, κατανόηση, αγάπη, αλληλεγγύη, στήριξη…
«Είμαι 55 χρόνων και το βιασμό δεν τον έχω ξεχάσει ποτέ μου», καταλήγει η Άννα στην εξομολόγηση του δράματος της στο ΚΥΠΕ.
Σοκ προκαλεί το ξύπνημα αυτού του τρομακτικού εφιάλτη μετά από 41 χρόνια.
Ακόμη και για όσους βίωσαν τη φρίκη του πολέμου.
Τι τραγικό για ένα ολόκληρο κράτος.
Μια ολόκληρη Πολιτεία.
Μια ολόκληρη κοινωνία.
Είχαμε θάψει αυτή τη φρίκη στη σκοτεινότερη γωνιά του μυαλού μας.
Κλειδώσαμε εκεί το δράμα.
Το αμπαρώσαμε κιόλας, μπας και επιχειρήσει να διαφύγει και εμφανισθεί κάποια στιγμή μπροστά μας.
Τρέμαμε αυτή την ιδέα. Βλέπετε, θα ήταν χειρότερο από τέρας για εμάς.
Οι ενοχές και οι τύψεις θα περιστρέφονταν τόσο εκδικητικά γύρω μας, που θα μας βασάνιζαν.
Οι καθ’ ύλην αρμόδιοι δεν τόλμησαν ποτέ να καταγγείλουν και να πολεμήσουν αυτό το έγκλημα στα αρμόδια διεθνή σώματα.
Δεν πάλεψαν ποτέ για καταδίκη των βαρβάρων.
Θα ήταν μια έστω ηθική δικαίωση αυτών των κοριτσιών, που καταδικάστηκαν να κουβαλούν για το υπόλοιπο της ζωής τους μια ντροπή που δεν τους ανήκει.
Οι ίδιοι καθ’ ύλην αρμόδιοι διαχρονικά στην ηγεσία Κράτους και Πολιτείας, δεν τόλμησαν ποτέ να αγγίξουν το θέμα ούτε και για να προσφέρουν κάποιας μορφής στήριξη στα αθώα αυτά θύματα, τόσα χρόνια.
Στα πρώτα χρόνια όταν σίγουρα βρίσκονταν σε πιο άθλια κατάσταση απ’ ότι σήμερα.
Σήμερα, 41 χρόνια μετά, τις καλούν να τις βοηθήσουν.
Οικονομικά.
Ακούς Μαρία, ακούς Άννα;
Θα σας δώσουν βοήθεια.
Μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες ευρώ το χρόνο.
Για να ξεχάσετε τον εφιάλτη.
Ποια είναι άραγε η ταρίφα κάθε βιασμού;
Η Πολιτεία έχει χρέος, άκουγα κάποια πολιτικό να λέει, να επουλώσει, όσο είναι δυνατό, αυτές τις πληγές.
Υπάρχει, όμως, οποιαδήποτε οικονομική βοήθεια, που μπορεί να επουλώσει τέτοιες πληγές;
Μπορεί το χρήμα να κλείσει το διαμπερές αυτό τραύμα από κάποια ψυχή;
Ποτέ!
Αυτές οι πληγές παραμένουν εσαεί αιμάσσουσες, βαθειά στην ψυχή τους.
Ίσως να ήταν καλύτερα, αφού 41 χρόνια κρατούσαμε θαμμένο το έγκλημα και την φρίκη, να το αφήναμε εκεί.
Δεν θα υποβάλαμε τα τραγικότερα των θυμάτων της εισβολής σε νέο μαρτύριο, ώστε να δουν τον εφιάλτη να ξαναζωντανεύει.
Όσο αθώα και αν είναι η πρόθεση των κυβερνώντων…
Το μόνο που οφείλουμε όλοι ανεξαιρέτως να κάνουμε είναι να κοιτάξουμε κατάματα τις τύψεις μας.
Να παραδεχθούμε πόσο αργήσαμε –πολιτικοί, οργανισμοί, δημοσιογράφοι, ΜΜΕ- να ενδιαφερθούμε για αυτές τις γυναίκες.
Και να υποκλιθούμε, ζητώντας τους ένα τεράστιο ΣΥΓΓΝΩΜΗ!!!
Συγγνώμη Μαρία, συγγνώμη Άννα…
Φιλελεύθερος
philenews.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου